Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Αλλαγή πολιτικής για κοινωνικές αλλαγές (έξοδος από το νεοφιλελευθερισμό και όχι από το ευρώ)





Αλλαγή πολιτικής για κοινωνικές αλλαγές
(έξοδος από το νεοφιλελευθερισμό και όχι από το ευρώ)

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Του ΣΠΥΡΟΥ ΛΑΠΑΤΣΙΩΡΑ


Η ΕΞΟΔΟΣ από το ευρώ παρουσιάζεται και ως στόχος που πρέπει να υιοθετηθεί και ως αντικειμενικό αποτέλεσμα οικονομικών και πολιτικών διαδικασιών. Το δεύτερο, πολλές φορές χρησιμεύει ρητορικά. Επειδή θα υπάρξει το αποτέλεσμα, η επιχειρηματολογία περνά στα πλεονεκτήματα εξόδου («συντεταγμένα», δηλαδή με ένα Μνημόνιο συνεργασίας με την Ε.Ε. και την ΕΚΤ ή όχι) και επομένως στο να τίθεται ως στόχος. Ωστόσο ως αποτέλεσμα πρόκειται για αστάθμητο συμβάν: εξαρτάται από πολιτικούς συσχετισμούς και συγκυρίες σε διεθνές περιβάλλον έντονων συγκρούσεων που μετασχηματίζεται γοργά. Εδώ θα περιοριστούμε σε μερικά σημεία που αφορούν την έξοδο ως στόχο.

Λέγεται συχνά, ότι εντός ευρώ δεν υπάρχει αυτονομία της νομισματικής πολιτικής (για παράδειγμα, το ύψος των επιτοκίων) επειδή αυτή ελέγχεται από την ΕΚΤ ενώ εκτός ευρώ θα καθορίζεται από την Τράπεζα της χώρας. Πρόκειται περί απατηλού ρητορικού επιχειρήματος. Την ισοτιμία του νέου νομίσματος θα πρέπει να την υπερασπίζεσαι στις αγορές συναλλάγματος και η νομισματική πολιτική θα δεσμεύεται από αυτήν την αναγκαιότητα. Με άλλα λόγια, η νομισματική πολιτική θα είναι ετερόνομη, θα υπόκειται στο δεσμευτικό πλαίσιο που δημιουργούν οι αγορές συναλλάγματος.

Θεωρείται ότι η έξοδος από το ευρώ αποτελεί ανταγωνιστική πολιτική ως προς τις μνημονιακές πολιτικές. Αποτελεί επίσης αυταπάτη. Πρόκειται για πολιτική που πετυχαίνει παρόμοια αποτελέσματα, δηλαδή υποκατάστατη πολιτική. Γι' αυτό και το ΔΝΤ, ένας νεοφιλελεύθερος οργανισμός, χρησιμοποιούσε το εργαλείο της υποτίμησης σε χώρες εκτός ευρώ. Ενα παράδειγμα πιο πρόσφατο, στη σχετική μελέτη του ΑΚΕΛ. Σε αυτήν (σελίδα 44) αναγνωρίζεται ρητά ότι η μείωση των μισθών που θα γίνει μέσω του Μνημονίου μπορεί να επιτευχθεί επίσης με την (αναγκαία) υποτίμηση του νέου νομίσματος ως προς το ευρώ. Γιατί αποτελεί κεντρική πρόταση αυτή; Επειδή οι μνημονιακές πολιτικές στηρίζονται στην παραδοχή ότι το πρόβλημα της βελτίωσης του εξωτερικού ισοζυγίου είναι πρόβλημα ανταγωνιστικότητας τιμής των προϊόντων και όχι, με μία μη-ακριβή έκφραση, «ανταγωνιστικότητας ποιότητας». Επιπρόσθετα, οι μη ανταγωνιστικές τιμές οφείλονται στους υψηλούς μισθούς και όχι στα υψηλά κέρδη (η μελέτη του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι αποκαλυπτική για την περίπτωση της Ελλάδας). Στη βάση αυτών των παραδοχών, κάθε μνημονιακό μέτρο διαπνέεται από την εσωτερική υποτίμηση της εργασίας. Η πρόταση εξόδου μοιράζεται την ίδια θεωρητική παραδοχή: το πρόβλημα είναι πρόβλημα εμπορικού ισοζυγίου, πρόβλημα ανταγωνιστικότητας τιμής και η λύση επιτυγχάνεται με την υποτίμηση ενός νέου νομίσματος. Ωστόσο, αυτό σημαίνει ότι θα μειωθεί η αγοραστική δύναμη των μισθών, των συντάξεων και γενικότερα των εγχώρια παραγόμενων εισοδημάτων, μία εξωτερική υποτίμηση της εργασίας.

Το ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει -και κάθε ευρωπαϊκή κοινωνία- είναι η συγκρότηση όχι υποκατάστατων αλλά εναλλακτικών πολιτικών. Στόχος που είναι συμβατός με την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών αποτελεί η έξοδος από το νεοφιλελευθερισμό που με ευρώ ή χωρίς ευρώ μπορεί να κυριαρχεί, όπως κυριαρχεί τις τελευταίες δεκαετίες.

http://www.enet.gr/?i=news.el.oikonomia&id=365817